Η ενίσχυση της συνεργασίας μεταξύ του δημόσιου και του ιδιωτικού τομέα μπορεί να αποτελέσει μια αξιόλογη στρατηγική για την επίλυση πολλών προβλημάτων που σχετίζονται με τη στέγαση και γενικότερα την αγορά ακινήτων.
Τα τελευταία χρόνια, η αγορά ακινήτων έχει καταγράψει σημαντική άνοδο, τόσο στις πωλήσεις όσο και στις τιμές. Παρά τις ενδείξεις σταθεροποίησης των τελευταίων 1-2 ετών, οι τιμές παραμένουν σε υψηλά επίπεδα, συγκριτικά με τα προηγούμενα χρόνια. Αυτή η κατάσταση, σε συνδυασμό με άλλους παράγοντες, έχει αυξήσει το κόστος διαβίωσης για τα νοικοκυριά. Και όταν μιλάμε για το κόστος της στέγασης, δεν αναφερόμαστε μόνο στην αποπληρωμή δανείου ή στο μηνιαίο ενοίκιο, αλλά και σε άλλα έξοδα, όπως το ηλεκτρικό ρεύμα, τα καύσιμα, το γκάζι και το νερό. Όλοι αυτοί οι παράγοντες έχουν οδηγήσει σε δραστική αύξηση των τιμών και κατ’ επέκταση στο κόστος της στέγασης.
Σύμφωνα με την Έρευνα Οικογενειακών Προϋπολογισμών 2023 της Στατιστικής Υπηρεσίας, το μεγαλύτερο ποσοστό του ετήσιου προϋπολογισμού των νοικοκυριών κατευθύνεται στη στέγαση (27,5%), ακολουθούμενο από τα είδη διατροφής (14,5%) και τις μεταφορές (11,6%). Αντίθετα, το μικρότερο ποσοστό αφορά τα αλκοολούχα ποτά και τον καπνό (1,4%). Παρόμοιες καταναλωτικές τάσεις καταγράφηκαν και το 2015/2016, με ποσοστά 25,5%, 15,3%, 12,0% και 1,6%, αντίστοιχα.
Ο εκτιμητής ακινήτων, Χαράλαμπος Πετρίδης, επισημαίνει ότι το αυξημένο κόστος της στέγασης για τα νοικοκυριά οφείλεται σε έναν συνδυασμό εξωτερικών και εσωτερικών παραμέτρων. Ο ίδιος αναφέρει πως οι πολίτες σήμερα ξοδεύουν πολύ περισσότερα χρήματα για στέγαση σε σχέση με το παρελθόν, και ότι το μεγαλύτερο ποσοστό του ετήσιου προϋπολογισμού των νοικοκυριών πηγαίνει στη στέγαση. Ιδιαίτερα οι νέοι που θέλουν να ανεξαρτητοποιηθούν και να δημιουργήσουν την οικογένειά τους – είτε είναι φοιτητές, νέοι εργαζόμενοι ή νεαρά ζευγάρια – αντιμετωπίζουν σοβαρές δυσκολίες, καθώς τα χρήματά τους δεν επαρκούν για αποταμίευση, δυσκολεύονται να λάβουν δάνειο και τα ενοίκια έχουν φτάσει σε πολύ υψηλά επίπεδα.
Ο κ. Πετρίδης τονίζει τη σημασία του τομέα των ακινήτων για την οικονομία, καθώς αυτός αντιπροσωπεύει το 17% του ΑΕΠ, και υπογραμμίζει την ανάγκη για έμφαση στην προσιτή στέγαση. Η κυβέρνηση έχει την ευθύνη να δράσει πιο άμεσα και αποτελεσματικά, εφαρμόζοντας πολιτικές που θα μειώσουν την ακρίβεια και θα κάνουν τη στέγαση πιο προσιτή. Ο κ. Πετρίδης προτείνει στοχευμένες ενέργειες που θα δημιουργήσουν μακροπρόθεσμες συνθήκες για την επίλυση του προβλήματος, αποφεύγοντας προσωρινά και πελατειακά μέτρα.
Η καταπολέμηση της γραφειοκρατίας, η ενίσχυση των Επαρχιακών Οργανισμών Αυτοδιοίκησης, η επιτάχυνση της δημιουργίας φοιτητικών εστιών και η υποστήριξη των Δήμων που αναλαμβάνουν πρωτοβουλίες είναι μερικές από τις προτάσεις για την αντιμετώπιση του προβλήματος.
Επιπλέον, απαιτείται η ενίσχυση της συνεργασίας μεταξύ του δημόσιου και του ιδιωτικού τομέα, του κράτους με τον Οργανισμό Χρηματοδότησης Στέγης και τα τραπεζικά ιδρύματα. Η θέληση, το όραμα και ο μακροπρόθεσμος σχεδιασμός είναι απαραίτητα για την αντιμετώπιση της κρίσης στη στέγαση. Σύμφωνα με τον κ. Πετρίδη, πρέπει να κοιτάξουμε όχι μόνο τις επόμενες εκλογές, αλλά και τις επόμενες γενιές.