Great Sea Interconnector: Πέντε καίρια ερωτήματα και οι απαντήσεις για ένα καλώδιο στον βυθό που μπάζει νερά

Great Sea Interconnector: Πέντε καίρια ερωτήματα και οι απαντήσεις για ένα καλώδιο στον βυθό που μπάζει νερά



Σειρά ερωτημάτων, με βασικότερο την βιωσιμότητα και το πόσο επωφελές δύναται πραγματικά να αποδειχθεί για τον εμπλουτισμό του ενεργειακού μείγματος της Κύπρου και την μείωση του ενεργειακού κόστους που σήμερα καλούνται να καταβάλλουν οι καταναλωτές, απασχολούν και δημιουργούν εύλογες ανησυχίες σε σχέση με το έργο της ηλεκτρικής διασύνδεσης Κύπρου-Ελλάδας, μέσω Κρήτης.

Ο ΑΔΜΗΕ, ως φορέας υλοποίησης, πραγματοποίησε και παρέδωσε πρόσφατα στον υπουργό Ενεργείας την μελέτη κόστους-οφέλους η οποία ζητήθηκε από πλευράς της Κυπριακής Δημοκρατίας, προκειμένου η τελευταία να αποφασίσει κατά πόσο θα συμμετέχει στο έργο διά της μετοχικής παρουσίας της στην εταιρεία ειδικού σκοπού, Great Sea Interconnector.

Πολύ λογικά, η μελέτη η οποία εκπονήθηκε για λογαριασμό του ΑΔΜΗΕ από την εταιρεία Exergia σε συνεργασία με το Εθνικό Μετσόβιο Πολυτεχνείο, αναδεικνύει τα οφέλη που θα προκύψουν για την Κύπρο και τους καταναλωτές από την ηλεκτρική διασύνδεση, εξ’ ου και το υπουργείο Ενέργειας-πρώτου λάβει την τελική επενδυτική του απόφαση- προχωρά σε ανάθεση της αξιολόγησής της από ανεξάρτητο οίκο και άλλους οργανισμούς, όπως είναι το Πανεπιστήμιο Κύπρου και το Ινστιτούτο Κύπρου.

Ανεξαρτήτως των όποιων συμπερασμάτων στα οποία καταλήγει η μελέτη κόστους-οφέλους του ΑΜΗΕ, όπως και της όποιας αξιολόγησης της οποίας θα τύχει από τους φορείς στους οποίους ανατέθηκε ή θα ανατεθεί κάτι τέτοιο, στην δική μας αντίληψη και αναζητώντας απαντήσεις από γνώστες του όλου θέματος, τα καίρια ερωτήματα που αναφύονται ή πρέπει να αναφύονται, είναι τα εξής:

  • Πρώτο: Είναι σήμερα η ηλεκτρική διασύνδεση απαραίτητη και αναγκαία για διασφάλιση της ενεργειακής επάρκειας της Κύπρου και σε ποιο βαθμό αίρει την ενεργειακή απομόνωση του νησιού;
  • Δεύτερο: Θα είναι κατά τα επόμενα χρόνια απαραίτητη, δεδομένου του ανοίγματος της αγοράς ηλεκτρισμού και των επενδύσεων που γίνονται για παραγωγή ηλεκτρισμού από ανανεώσιμες πήγες;
  • Τρίτο: Διασφαλίζεται όντως η ενεργειακή ασφάλεια του νησιού, με την έννοια που αφήνεται να νοηθεί ότι σε περίπτωση οποιασδήποτε κρίσης(π.χ. πολέμου) θα υπάρχει απρόσκοπτη ροή ηλεκτρισμού;
  • Τέταρτο: Θα μπορεί πράγματι η Κύπρος να εξάγει ηλεκτρισμό, λαμβανομένης υπόψη της ενεργειακής κατάστασης, αναγκών και σχετικών υποδομών που άλλες χώρες της Ε.Ε. διαθέτουν;
  • Πέμπτο: Μήπως η ανάπτυξη του συστήματος ηλεκτρισμού της Κύπρου μέσω της εγκατάστασης μεγάλων μονάδων μπαταριών είναι για την χώρα μας πιο συμφέρουσα και περισσότερο ασφαλής επιλογή;

Οι ανάγκες σε ρεύμα και η παραγόμενη ενέργεια

Aς πάμε τώρα να δούμε τις απαντήσεις, όπως αυτές προκύπτουν από σχετική έρευνα που πραγματοποίησε το InBusinessNews συνομιλώντας με γνώστες της αγοράς του ηλεκτρισμού, προς αποκόμιση μια σφαιρικής εικόνας και εξαγωγή συμπερασμάτων ως προς την προστιθέμενη ή όχι αξία της ηλεκτρικής διασύνδεσης στο ενεργειακό μείγμα του νησιού μας.

Σύμφωνα με στοιχεία που εξασφάλισε το InBusinessNews λοιπόν, οι ανάγκες της Κύπρου σε ρεύμα-στιγμιαία-καθημερινά μπορεί να αγγίξουν τα 1.250 MW, ενώ κάποιες ημέρες τον χρόνο μπορεί να μειωθούν ακόμη και στα 400MW.

Βάσει, εξάλλου, υπολογισμών που γίνονται από τους έχοντες γνώση του θέματος, ενδεχομένως κατά τα επόμενα χρόνια η ζήτηση για ηλεκτρικό ρεύμα να αυξηθεί και να φθάσει τα 1.500 MW.

Είναι σημαντικό συνεπώς, να δούμε αρχικά πώς και με ποιους τρόπους καλύπτονται ή μπορούν να καλυφθούν μελλοντικά οι ανάγκες αυτές.

Σήμερα η ΑΗΚ έχει εγκατεστημένη ισχύ, περιλαμβανομένης και της μονάδας στη Μονή, η οποία είναι για έκτακτη ανάγκη, 1.400 MW, ενώ εντός του 2025 εκτιμάται ότι θα είναι έτοιμη και η νέα Μονάδα Αεριοστροβίλων Συνδυασμένου Κύκλου (ΜΑΣΚ 6) στον Ηλεκτροπαραγωγό Σταθμό Βασιλικού, δυναμικότητας 160 MW.

Την ίδια ώρα, αυτή τη στιγμή βρίσκονται σε εξέλιξη η κατασκευή του πρώτου ιδιωτικού σταθμού ηλεκτροπαραγωγής με συμβατικά καύσιμα (φυσικό αέριο) από την Power Energy Cyprus, συνολικής δυναμικότητας 260 MW.

Επιπρόσθετα των πιο πάνω, η ΑΗΚ προγραμματίζει να προχωρήσει το επόμενο διάστημα και σε αναβάθμιση δύο μονάδων παραγωγής συνολικής δυναμικότητας 80 MW στη Δεκέλεια.

Ως εκ τούτου, στο προσεχές μέλλον η εγκατεστημένη ισχύς ηλεκτρικού ρεύματος θα αυξηθεί τουλάχιστον κατά 420 MW, που θεωρούνται υπέρ-αρκετά για να καλύψουν οποιαδήποτε μελλοντική ανάγκη της Κύπρου σε ηλεκτρισμό.

Γίνεται δηλαδή προφανές, πως η Κύπρος είναι σε θέση να διασφαλίσει την ενεργειακή της επάρκεια και χωρίς την ηλεκτρική διασύνδεση.

Στην εξίσωση οι Ανανεώσιμες Πηγές Ενέργειας

Πολύ περισσότερο δε, από την στιγμή που στην προαναφερθείσα ισχύ δεν περιλαμβάνεται η ενέργεια που παράγεται από Ανανεώσιμες Πηγές Ενέργειας (ΑΠΕ), η οποία χρόνο με τον χρόνο αυξάνεται συνεχώς και σήμερα αγγίζει τα 800 MW.

Μάλιστα, η εν λόγω ισχύς δεν συμπεριλαμβάνεται στους υπολογισμούς επάρκειας, αφού ένεκα του γεγονότος ότι οι ανάγκες σε ρεύμα υπερκαλύπτονται κατά τη διάρκεια της ημέρας, ο Διαχειριστής Συστήματος Μεταφοράς Κύπρου αναγκάζεται να… κλείνει τον διακόπτη, απορρίπτοντας την παραγόμενη ενέργεια.

Μόνο και μόνο το 2023, σύμφωνα με τους υπολογισμούς του Διαχειριστή, η εκτιμώμενη περικοπτώμενη ενέργεια άγγιξε τις 36.700 μεγαβατώρες σε σχέση με 12.700 μεγαβατώρες το 2022.

Είναι ξεκάθαρο με βάση τα πιο πάνω- και όπως έχει ήδη προαναφερθεί- ότι η ενεργειακή επάρκεια της Κύπρου είναι αρκούντως διασφαλισμένη χωρίς την ηλεκτρική διασύνδεση και πριν καλά-καλά ανοίξει η αγορά ηλεκτρισμού.

Η δήθεν ενεργειακή ασφάλεια

Ας πάμε τώρα το τρίτο ερώτημα και στο επιχείρημα περί ενεργειακής ασφάλειας που δύναται να παρέχει η ηλεκτρική διασύνδεση σε περίπτωση οποιασδήποτε κρίσης, συμπεριλαμβανομένης και μιας ενδεχόμενης πολεμικής σύρραξης με την Τουρκία.

Κάτι τέτοιο φαίνεται να μην ευσταθεί, αφενός λόγω των τεχνικών δυσκολιών του καλωδίου και αφετέρου ένεκα των πολλαπλών κινδύνων με τους οποίους θα βρεθεί αντιμέτωπο σε μια τέτοια περίπτωση.

Ειδικότερα, και σε ό,τι αφορά τα τεχνικά χαρακτηριστικά, με βάση τα στοιχεία που έχουν δημοσιοποιηθεί, το καλώδιο για τη διασύνδεση Κύπρου-Κρήτης θα τοποθετηθεί σε μεγάλο θαλάσσιο βάθος που σε ορισμένα σημεία θα φθάνει τα 3.000 με 3.500 μέτρα, την ώρα που το μέγιστο βάθος που έχει τοποθετηθεί ανάλογο ηλεκτρικό καλώδιο φθάνει τα 1.600 μέτρα (σ.σ. ηλεκτρική διασύνδεση Ιταλίας-Σαρδηνίας).

Επίσης, το καλώδιο για να φθάσει από την Κύπρο στην Κρήτη θα πρέπει να περάσει από την παρανόμως ανακηρυχθείσα ΑΟΖ ανάμεσα σε Τουρκία και Λιβύη με ό,τι αυτό μπορεί να συνεπάγεται ως αντίδραση από την απρόβλεπτη ηγεσία της Άγκυρας.

Αναφορικά με τα θέματα ασφάλειας και τους κινδύνους, σύμφωνα με πηγές με γνώση σε τέτοιου είδους ζητήματα, το καλώδιο εύκολα μπορεί να υποστεί ζημιά ή και να καταστραφεί από μία ενδεχόμενη επίθεση.

Με γνώμονα τα ως άνω, εύλογα μπορεί να διερωτηθεί κάποιος τα εξής:

Πρώτο: Αν όντως δεν έχει τοποθετηθεί παρόμοιο ηλεκτρικό καλώδιο σε τέτοια μεγάλα βάθη, αυτό δεν είναι ένας λόγος ανησυχίας για το κατά πόσον το έργο είναι τεχνικά εφικτό, όχι μόνο για τη δυνατότητα εγκατάστασης και τοποθέτησής του, αλλά κυρίως για τη μετέπειτα μακροχρόνια καταπόνηση, αντοχή και λειτουργία του;

Δεύτερο: Επιπρόσθετα, τι θα γίνει και πώς θα αντιμετωπιστεί μία πιθανή βλάβη ή και δολιοφθορά ακόμη, σε τέτοιο μεγάλο βάθος; Υπάρχει πιθανότητα το γεγονός αυτό και μόνο, να δημιουργήσει επιπρόσθετα απρόβλεπτα έξοδα στο μέλλον για σκοπούς συντήρησης ή επιδιόρθωσης από μια πιθανή βλάβη του καλωδίου, η οποία δεν μπορεί να αποκλειστεί;

Τρίτο: Ακόμη, τι θα γίνει εάν υπάρξει μια μόνιμη βλάβη σε τέτοια μεγάλα βάθη και καμία εταιρεία δεν θα μπορεί να αναλάβει την επιδιόρθωσή του καλωδίου με αποτέλεσμα να μείνει ανενεργή η επένδυση; Το κόστος κατασκευής και τοποθέτησης του καλωδίου και γενικά του έργου, θα συνεχίζει να επιβαρύνει τους καταναλωτές; Κι αν ναι, μέχρι πότε; Για πάντα, ανεξαρτήτως εάν η ηλεκτρική διασύνδεση σταματήσει;

Αξίζει να αναφερθεί ότι τα πιο πάνω ερωτήματα έχουν τεθεί επιτακτικά κατά καιρούς από παράγοντες της αγοράς και μέχρι σήμερα ουδείς έλαβε οποιαδήποτε πειστική απάντηση.

Άρα, πώς θα διασφαλίζεται η ενεργειακή ασφάλεια της Κύπρου την ώρα που υπάρχουν τεχνικές δυσκολίες και ελλοχεύουν σοβαροί κίνδυνοι;

Θα εξάγουμε ενέργεια;

Ας πάμε τώρα στο κατά πόσον η Κύπρος θα μπορεί να εξάγει ηλεκτρισμό. Η απάντηση είναι ότι κάτι τέτοιο είναι εξαιρετικά δύσκολο έως και ανέφικτο, αφού τόσο η Ελλάδα όσο και πολλές ευρωπαϊκές χώρες, όπως και η χώρα μας βέβαια, έχουν υπερπαραγωγή και ενδεχομένως μεγαλύτερη ανάγκη απ’ ό,τι η Κύπρος για εξαγωγή πλεονάζουσας παραγωγής.

Όπως έχει αναφερθεί και πιο πάνω, η Κύπρος σήμερα…κόβει το ρεύμα από τις Ανανεώσιμες Πηγές Ενέργειας, αφού δεν διαθέτει συστήματα αποθήκευσης, αλλά κι επειδή δεν μπορεί να εξάγει ηλεκτρισμό.

Παρόμοια τακτική με την Κύπρο, όμως, ακολουθεί και η Ελλάδα. Συνεπώς, πώς θα μπορέσει η Κύπρος να εξάγει ηλεκτρική ενέργεια στην Ελλάδα; Πώς θα ανταγωνιστεί, έστω, την τοπική παραγωγή στην Ελλάδα όταν η κλίμακα των φωτοβολταϊκών πάρκων είναι σημαντική και πολλαπλάσια από την κλίμακα των φωτοβολταϊκών στην Κύπρο;

Πώς θα ανταγωνιστεί η Κύπρος την αιολική ενέργεια στην Ελλάδα, όταν ο άνεμος στην Κύπρο είναι ελάχιστος σε σύγκριση με την Ελλάδα;

Στη βάση των πιο πάνω, μια λύση που κρίνεται ως ενδεδειγμένη είναι η αυτή της αποθήκευσης ενέργειας, αφού θεωρείται βέβαιο ότι δεν υπάρχει περίπτωση να εξάγουμε ποτέ ηλεκτρική ενέργεια προς οποιαδήποτε άλλη χώρα.

Κόστος αποθήκευσης vs κόστος ηλεκτρικής διασύνδεσης

Επί του πιο πάνω ακριβώς, παράγοντες του ενεργειακού τομέα θεωρούν ότι η ανάπτυξη του συστήματος ηλεκτρισμού της Κύπρου μέσω της εγκατάστασης μεγάλων μονάδων μπαταριών είναι για την χώρα μας πιο συμφέρουσα και περισσότερο ασφαλής επιλογή.

Σύμφωνα με υπολογισμούς που έχουν γίνει, για να μπορέσει η Κύπρος να πετύχει την πολυπόθητη πράσινη μετάβαση-ως οφείλει άλλωστε-, θα πρέπει να καλύπτει τις ανάγκες της σε ηλεκτρική ενέργεια από ΑΠΕ τουλάχιστον σε ποσοστό 60% με 70%.

Για να μπορέσει, όμως, να φθάσει σε αυτό το ποσοστό, θα πρέπει να γίνουν σημαντικές επενδύσεις στον τομέα της αποθήκευσης, ώστε η παραγόμενη ενέργεια να μην αποβαίνει χαμένη.

Βάσει των ίδιων υπολογισμών, το κόστος για ανάπτυξη μονάδων αποθήκευσης δεν αναμένεται να ξεπεράσει τα 750 εκατομμύρια ευρώ, σε βάθος χρόνου, την ώρα που το κόστος της ηλεκτρικής διασύνδεσης σήμερα ξεπερνά κατά πολύ τα 2 δις ευρώ, ενώ μέχρι την ολοκλήρωση του έργου μπορεί να ξεπεράσει και τα 2,5 δις ευρώ.

Ως εκ τούτου, η Κύπρος μπορεί να επιτύχει τους στόχους που έχει θέσει για την πράσινη μετάβαση, επενδύοντας πολύ λιγότερα χρήματα σε μονάδες αποθήκευσης, αντί στην ηλεκτρική διασύνδεση.

Ένα έργο στον βυθό που μπάζει νερά…

Όπως από όλα τα πιο πάνω προκύπτει ξεκάθαρα, η όποια ωραιοποίηση από πλευράς ΑΔΜΗΕ-και όχι μόνο- επιχειρείται ως προς τα οφέλη που θα προκύψουν για το ενεργειακό τοπίο της χώρας μας από την ηλεκτρική διασύνδεση, μάλλον δεν ανταποκρίνεται στις πραγματικότητες και προφανώς το όλο έργο δεν πρόκειται να έχει την διαφημιζόμενη προστιθέμενη αξία στο ενεργειακό περιβάλλον του νησιού μας.

Αντιθέτως, οι απαντήσεις στα καίρια ερωτήματα που τίθενται, εύλογα οδηγούν στην προφανή διαπίστωση πως ο Great Sea Interconnector μπορεί εξιδανικευμένα να παρουσιάζεται ως η πλέον συμφέρουσα και ασφαλής επιλογή, ωστόσο η πραγματικότητα είναι πως μάλλον πρόκειται για ένα καλώδιο στον βυθό που… μπάζει νερά.

Πηγή: INB

Related Articles