Απάντηση Αβέρωφ με αιχμές στον Αναστασιάδη: «Υπάρχει οποιοσδήποτε νοήμονας πολίτης που να πιστεύει ότι εγώ κυβερνούσα;»

Απάντηση Αβέρωφ με αιχμές στον Αναστασιάδη: «Υπάρχει οποιοσδήποτε νοήμονας πολίτης που να πιστεύει ότι εγώ κυβερνούσα;»

Απάντηση στη κριτική που δέχθηκε για το άρθρο-παρέμβαση του Σαββάτου έδωσε ο τέως πρόεδρος του ΔΥΣΥ και βουλευτής του κόμματος Αβέρωφ Νεοφύτου με σημερινή ανάρτηστη στην πλατφόρμα X.

Συγκεκριμένα, ο κ. Αβέρωφ Νεοφύτου απαντά σε όσους άσκησαν κριτική για το προχθεσινό του άρθρο, οι οποίοι διερωτήθηκαν τι έπραξε ο ίδιος τα τελευταία χρόνια ως κυβερνητικό κόμμα στο θέμα του Κυπριακού και στην αιχμή ότι στήριζε τον τέως Πρόεδρο Νίκο Αναστασιάδη.

Ο κ. Νεοφύτου απαντά και στη δεύτερη κριτική που «προέρχεται από τους ανθρώπους που προασπίζονται την Κυπριακή Δημοκρατία με την μια και μόνη κυριαρχία».

Αυτούσια η ανάρτηση στην πλατφόρμα Χ:

Η ΑΠΑΝΤΗΣΗ ΜΟΥ ΣΤΙΣ «ΔΙΠΛΕΣ» ΚΡΙΤΙΚΕΣ

Με αφορμή την τελευταία παρέμβασή μου για το Κυπριακό, όπως αναμενόταν και όπως συνέβαινε συχνά και τα τελευταία χρόνια, υπήρξαν δύο κύριες κριτικές. Απαντώ λοιπόν, θεωρώντας καλοδεχούμενη οποιαδήποτε κριτική, επώνυμη ή ανώνυμη, με ψευδώνυμο ή με υπογραφή.

Πρώτη Κριτική.

Τι έπραξα τόσα χρόνια και ειδικά τα τελευταία, δεδομένου ότι «ήμουν κυβέρνηση» και στήριζα Αναστασιάδη;

Η απάντησή μου.

1. Είμαι από τους ελάχιστους πολιτικούς των τελευταίων δεκαετιών που παρέμεινα σταθερότατος στην επιδίωξη λύσης του Κυπριακού. Αρκετοί από τους μονοπωλούντες την λύση σήμερα, στήριξαν το «όχι» το 2004. Και μερικοί που ψήφισαν «ναι» το 2004, έχουν σήμερα περισσότερους ενδοιασμούς ακόμη και από αυτούς που ψήφισαν «όχι» το 2004.

2. Το 2017, ακόμη και διαρκούσης της Συνόδου στο Crans Montana, αλλά και έκτοτε, διατύπωσα δημόσια τη θέση μου ότι το Πλαίσιο του Γ.Γ. Αντόνιο Γκουτέρες, το οποίο ικανοποιούσε τις εύλογες ανησυχίες μας, έπρεπε μονομερώς να το είχαμε προσυπογράψει, διαφορετικά θα το γυρεύουμε και δεν θα το ξαναβρίσκουμε.

3. Το Σεπτέμβρη του 2018 μίλησα για «Εθνικό Τσουνάμι».

4. Το 2021 πήγα στις Βουλευτικές Εκλογές τονίζοντας ότι εάν δεν ξεκαθαρίσουμε την θέση μας για την πολιτική ισότητα, θα μας προκύψει η κυριαρχική ισότητα, πράγμα το οποίο, δυστυχώς, συνέβη.

5. Ακόμη και τις τελευταίες μέρες των Προεδρικών Εκλογών, μιλούσα για την ανάγκη να προβάλουμε με πειστικότητα την προσήλωση μας στην λύση ΔΔΟ με πολιτική ισότητα, ρίχνοντας στο τραπέζι ασφάλεια και ενέργεια.

6. Όσο για την κριτική ότι τα τελευταία 10 χρόνια «ήμουν κυβέρνηση», απλά και με ταπεινότητα, ερωτώ. Μετά τα όσα έγιναν (ή δεν έγιναν) στις πρόσφατες εκλογές υπάρχει οποιοσδήποτε νοήμονας πολίτης που να πιστεύει ότι εγώ κυβερνούσα; Και να τονίσω και κάτι ακόμα. Προσωπολάτρης, χειροκροτητής και δεδομένος δεν υπήρξα ποτέ κανενός. Και ίσως και για αυτό κάποιοι ήταν απέναντι μου. Πάντα στήριζα εκείνο που θεωρούσα ωφέλιμο για τον τόπο μου, χωρίς ασφαλώς να ισχυρίζομαι ότι ως πολιτικός δεν διέπραξα και λάθη.

Η δεύτερη κριτική προέρχεται από τους ανθρώπους που προασπίζονται την Κυπριακή Δημοκρατία με την μια και μόνη κυριαρχία.

Και η απάντησή μου.

Το 2004 ψηφίζοντας «ναι» ψήφιζα ταυτόχρονα συνέχιση της Κυπριακής Δημοκρατίας, μετεξελισσόμενης σε ομοσπονδιακή δομή, με μια και μόνη Κυριαρχία. Μακάρι να έχουμε ξανά μπροστά μας μια τέτοια πρόνοια, και μακάρι να έχουμε ένα νέο σχέδιο λύσης…

Το άρθρο του Αβέρωφ Νεοφύτου:

«Αρχή για λύση ή αρχή του τέλους στο Κυπριακό;»

Ο πόλεμος στην Ουκρανία πέρασε, ήδη, σε δεύτερη μοίρα, καθώς στο επίκεντρο του διεθνούς ενδιαφέροντος είναι, πλέον, ο πόλεμος στη Γάζα. Αμφότερες οι -χωρίς προηγούμενο – εστίες έντασης εγκυμονούν ευκαιρίες, αλλά και κινδύνους, για το δικό μας εθνικό θέμα.

Ας δούμε τις ευκαιρίες:

1. Η Δύση και οπωσδήποτε η Αμερική, έχουν σοβαρό συμφέρον να ελεγχθούν και οι δύο εστίες πολέμου, για λόγους διεθνούς ασφάλειας αλλά και λόγω γεωστρατηγικών σχεδιασμών. Κατά συνέπεια, το δικό μας «παράθυρο ευκαιρίας» είναι να παίξουμε με θάρρος το χαρτί της λύσης του Κυπριακού – και με όρους διεθνούς ασφάλειας και με καθοριστικό το ρόλο της Δύσης. Ήδη το πλαίσιο Γκουτιέρες αναγνωρίζει ότι το σύστημα ασφαλείας του 1960 είναι ξεπερασμένο και δεν μπορεί να συνεχίσει να ισχύει. Εκτιμώ ότι, υπό προϋποθέσεις δημιουργείται η ευκαιρία για μια θαρραλέα, καλά μελετημένη πρωτοβουλία της ελληνοκυπριακής ηγεσίας που να συνδέει τα θέματα ασφαλείας του Κυπριακού με το σύστημα ασφαλείας της Ευρώπης και της Δύσης.

2. Η κρίση στην Ουκρανία έχει σοβαρό αρνητικό αποτύπωμα στον ενεργειακό χάρτη της Ευρώπης. Αργά ή γρήγορα και το Μεσανατολικό θα προσθέσει μεγαλύτερα προβλήματα στον τομέα της ενέργειας. Εδώ δημιουργείται η κατάλληλη συνθήκη ώστε να συνδέσουμε τη λύση του Κυπριακού και με τη δημιουργία ενεργειακων διαυλων τόσο στο νησί μας αλλά και την Γειτονια μας και την αξιοποίηση, επιτέλους, των αποθεμάτων μας.

3. Και στις δύο μείζονες κρίσεις της ευρύτερης περιοχής μας η, υπό την ηγεσία Ερντογάν, Τουρκία επέδειξε προκλητικά αντιδυτική και αντιαμερικανική στάση. Είναι ευκαιρία για την Κύπρο και για την Ελλάδα να δείξουμε στους Δυτικούς και Ευρωπαίους εταίρους μας ότι έχουν ανάγκη και συμφέρον να συνταχθούν μαζί μας και στην κρίση του Κυπριακού για την επίλυσή του.

Ας δούμε όμως και τους κινδύνους:

1. Το Κυπριακό δεν είναι στην κορυφή των προτεραιοτήτων της διεθνούς γεωπολιτικής ατζέντας.

2. Και στις δύο κρίσεις, Ουκρανικό και Παλαιστινιακό, προωθούνται ως λύσεις στο επίπεδο της διεθνούς διπλωματίας, αφενός η μερική υποχώρηση του Ζελένσκι, ώστε να αποδεχθεί την προσάρτηση στη Ρωσία μέρους των κατεχομένων εδαφών, αφετέρου δε στο Παλαιστινιακό η λύση των δύο κρατών. Ενιαίες κρατικές οντότητες με πληθυσμούς διαφορετικών εθνοτικών καταβολών και διαφορετικών θρησκειών ή αντιτιθέμενων εκκλησιών, δεν θεωρούνται από τη διεθνή κοινότητα αξιόπιστες επιλογές.

Έχοντας, λοιπόν, επίγνωση των ευκαιριών και των κινδύνων στο ευρύτερο περιβάλλον, πρέπει τώρα να εστιάσουμε στα κρίσιμα ζητήματα, στην καρδιά, του εθνικού μας, θα έλεγα μάλιστα του υπαρξιακού μας, ζητήματος, με δεδομένο ότι τελεί σε χειμερία νάρκη, την πιο παρατεταμένη από την γένεση του προβλήματος. Από τον Ιούλιο του 2017 στο Crans Montana, ούτε καν ειδικός Σύμβουλος του ΓΓ του ΟΗΕ δεν έχει οριστεί. Ρεαλιστικά αποτιμώντας την πραγματικότητα, πρόκειται για ένα θέμα χαμηλών προσδοκιών για τον ίδιο τον Γενικό Γραμματέα των Ηνωμένων Εθνών. Ποιος άλλωστε θα μπορούσε να τον κατηγορήσει για την επιφυλακτικότητά του, με δεδομένες τις εμπειρίες του στη Γενεύη και στο Crans Montana το 2017 και μεταγενέστερα στο Βερολίνο το 2020 και στη Γενεύη το 2021.

Όμως, φαίνεται ότι κάτι κινείται, ίσως για τελευταία φορά: Κατ΄ αρχάς, ο ορισμός μιας προσωπικότητας ως απεσταλμένου του ΓΓ, με την συναίνεση των δυο κοινοτήτων αλλά και της Τουρκίας, θα πρέπει να θεωρείται σχεδόν δεδομένος. Επί πλέον, στη Σύνοδο Κορυφής της ΕΕ που θα γίνει εντός του Δεκεμβρίου, τα Ευρωτουρκικά θέματα θα είναι στην ατζέντα.

Ας εκτιμήσουμε τις δύο εξελίξεις προσεκτικά και μεθοδικά: θα είναι ο ορισμός απεσταλμένου του ΓΓ η αρχή μιας νέας πρωτοβουλίας, ή θα καταλήξει ως η πιθανώς οριστική ταφόπλακα για το Κυπριακό; Τονίζω εδώ ότι ο απεσταλμένος, όποιος κι αν είναι, για πρώτη φορά θα έχει χρονοδιάγραμμα δράσης: δεν θα είναι «αορίστου χρόνου». Το χρονικό περιθώριο που θα του δοθεί δεν πρόκειται να ξεπεράσει τους 6 μήνες – κι αυτό δεν αποτελεί δική μου εικασία: είναι το συμπέρασμά μου από τον κύκλο διπλωματικών επαφών που είχα το προηγούμενο διάστημα. Άρα, το ζητούμενο για τον απεσταλμένο θα είναι να βρει κοινό έδαφος για την έναρξη των διαπραγματεύσεων εντός 6 μηνών από τη στιγμή που θα λάβει την εντολή. Αντικειμενικά, πρόκειται για μια αποστολή εξαιρετικά δύσκολη, λαμβανομένων υπ΄ όψιν των θέσεων της Τουρκίας και της Τ/Κ κοινότητας. Το χάσμα σήμερα φαντάζει αγεφύρωτο. Εμείς, ως Ελληνοκυπριακή κοινότητα, ζητάμε επανέναρξη του διαλόγου στο συμφωνημένο πλαίσιο της Δικοινοτικής- Διζωνικής Ομοσπονδίας με πολιτική ισότητα. Όμως, ενώ το ναυάγιο του Crans Montana σχετιζόταν με τα θέματα ασφαλείας, η δική μας πλευρά επικεντρώθηκε έκτοτε στη μη λειτουργικότητα του πλαισίου διακυβέρνησης. Ως αποτέλεσμα, στη διεθνή κοινότητα καλλιεργήθηκαν ερωτηματικά ως προς την αποδοχή της πολιτικής ισότητας από μέρους μας.

Από την πλευρά τους, η Τουρκία και η Τουρκοκυπριακή κοινότητα δια του Τατάρ θέτουν ως προϋπόθεση για επανέναρξη του διαλόγου την χωριστή κυριαρχία που οδηγεί σε δυο κράτη. Για μας, βέβαια, αυτή η προσέγγιση συνιστά κόκκινη γραμμή και συμφωνώ απολύτως. Δυστυχώς όμως, στο εξωτερικό επικρατεί η εντύπωση ότι τα «δυο κράτη», έστω και άτυπα, μπήκαν στις συζητήσεις, θεωρώντας δεδομένη και τη βούληση και της δικής μας πλευράς. Επικαλούνται, μάλιστα και κάποιες άστοχες κινήσεις και τακτικές από το εσωτερικό μας – τις αποκαλώ άστοχες στο πλαίσιο μιας ψύχραιμης ανάλυσης-, για να μην χρησιμοποιήσω βαρύτερη έκφραση.Και εύχομαι να μην αναγκαστώ να το πράξω.

Συμπερασματικά: Ο ορισμός του απεσταλμένου θα αποδειχθεί «ένα πουκάμισο αδειανό», εάν δεν αποσαφηνιστεί έγκαιρα το πλαίσιο στο οποίο θα λειτουργήσει και συγκεκριμένα, αν δεν πείσουμε την άλλη πλευρά για την πολιτική ισότητα όπως περιγράφεται στα ψηφίσματα των ΗΕ, έναντι της διχοτομικής κυριαρχικής ισότητας. Αν μείνουμε, εκούσια ή ακούσια, άπραγοι, τότε η Τουρκία, αντί να πιεστεί στην Ευρωπαϊκή Σύνοδο Κορυφής θα βγει και κερδισμένη, παίρνοντας εύσημα για την κατ’ αρχάς αποδοχή του ορισμού του απεσταλμένου. Όσο για εμάς θα μείνουμε με ένα ακόμα «ψήφισμα» – ευρωπαϊκό αυτή τη φορά – γενικόλογο ως ευχολόγιο. Τον λαό μας, όμως, τον έχουν κουράσει όχι μόνο οι χαμένες ευκαιρίες, αλλά και τα ψηφίσματα-ευχολόγια χωρίς αντίκρισμα.

Στο διά ταύτα: Είναι τώρα η ώρα της τόλμης στις πρωτοβουλίες και της αποφασιστικότητας στη διπλωματία. Για να μην οδηγηθούμε μετά από 6 μήνες σε ένα νέο αδιέξοδο, χρειάζεται πρώτα απ’ όλα εκ μέρους των ηγετών και των δυο κοινοτήτων έμπρακτη επίδειξη θαρραλέας πολιτικής βούλησης. Ο Πρόεδρος της Δημοκρατίας Νίκος Χριστοδουλίδης οφείλει να διαλύσει τις οποιεσδήποτε σκιές ότι, δήθεν, η Ελληνοκυπριακή πλευρά αμφισβητεί την πολιτική ισότητα και να εγκαταλείψει τις γνωστές αμφιταλαντεύσεις του για το Πλαίσιο Γκουτιέρες. Απαιτούνται ηγετικό ανάστημα και αποφασιστικότητα, που δεν μπορούν να συνυπάρξουν με τη μόδα της εποχής, να προσπαθούμε να είμαστε αρεστοί σε όλους. Ταυτόχρονα βεβαίως και ο Τατάρ πρέπει να εγκαταλείψει την ιδέα της χωριστής κυριαρχίας και των δύο κρατών, αφού εν τω μεταξύ θα έχει γίνει κατανοητό πέρα από κάθε αμφισβήτηση ότι η αποδοχή της πολιτικής ισότητας από την πλευρά μας είναι χωρίς αστερίσκους και υποσημειώσεις. Ο Τατάρ πρέπει επίσης να αποδεχτεί τη σαφή θέση του ΓΓ όπως αποτυπώνεται στο Πλαίσιο Γκουτιέρες, ότι το σύστημα ασφαλείας του 60 δεν μπορεί να συνεχιστεί.

Εάν οι πιο πάνω προϋποθέσεις δεν συντρέξουν, ο απεσταλμένος θα καταγράψει το χάσμα και θα κηρύξει αδιέξοδο, με ορατό το σενάριο και ο ίδιος ο ΓΓ του ΟΗΕ να καταθέσει πίσω στο Συμβούλιο Ασφαλείας την εντολή για το Κυπριακό. Και τότε, αντί μιας νέας αρχής για επίλυση θα βιώσουμε την αρχή του τέλους του Κυπριακού προβλήματος.

Νομοτελειακά, στη συνέχεια μιας τέτοιας εξέλιξης ΟΗΕ και ΕΕ, αντί προσπαθειών επίλυσης του Κυπριακού θα περιοριστούν σε προσπάθειες άρσης της δήθεν οικονομικής απομόνωσης των Τουρκοκυπρίων. Ας μην ξεχνάμε ότι η ΕΕ ουδέποτε απέσυρε την οδηγία για το απ’ ευθείας εμπόριο με το ψευδοκράτος, παρά μόνο την ανέστειλε.

Ίσως αυτό το δραματικό αδιέξοδο να βολεύει την Άγκυρα, μέρος της Τουρκοκυπριακής κοινότητας και μερικούς θιασώτες του δήθεν βελούδινου διαζυγίου στην δική μας πλευρά.

Το λεγόμενο acknowledgement του καθεστώτος στα κατεχόμενα (δεν πιστεύω ότι θα πετύχουν ποτέ την αναγνώριση και τα δυο κράτη ) θα είναι η αρχή μιας τελειωτικής εθνικής καταστροφής. Γιατί, απλούστατα, η Τουρκία δεν θα αρκεστεί σε ό,τι κατέχει στο βόρειο τμήμα, αλλά, μέσω της δημογραφικής αλλοίωσης κατεχόμενων και ελεύθερων περιοχών, οι Ελληνοκύπριοι θα είμαστε, μετ’ ου πολύ, μια μικρή μειονότητα στην ίδια μας την πατρίδα.

Αρχή του τέλους σημαίνει απευθείας σύνορα με την Τουρκία σε όλη την κατοχική γραμμή, από τον Πύργο Τηλλυρίας, στο τέρμα της Λήδρας και μέχρι την Δερύνεια. Ο κυπριακός ελληνισμός θα κινδυνεύσει πραγματικά με απροσδιόριστες επιπτώσεις στο μέλλον γιατί θα έχουμε ένα εύθραυστο σύνορο,που θα αποτελεί μια διαρκή εστία συγκρούσεων. Σταδιακά, οι Ελληνοκύπριοι θα γίνουμε μειονότητα στον τόπο μας και οι Τουρκοκύπριοι θα είναι υπό εξαφάνιση.

Υ.Γ.

Πρόεδρε Νίκο Χριστοδουλίδη κατανοώ τη δυσχερή θέση σου. Από τη μια έχεις μια ευκαιρία-ίσως μικρή, το αναγνωρίζω- για μια τελευταία προσπάθεια να είσαι ο Πρόεδρος της Λύσης. Από την άλλη, αντιμετωπίζεις τον εξαιρετικά μεγάλο κίνδυνο να έχεις το θλιβερό προνόμιο να είσαι ο πρόεδρος της καταραμένης διχοτόμησης. Το status quo όπως το ζήσαμε εδώ και δεκαετίες οδηγεί στο απευκταίο τέλος. Αν επιδείξεις ηγετικότητα και πολιτικό θάρρος με πραγματικά δείγματα γραφής για την σωτηρία του τόπου, θα με βρεις δίπλα σου.

Πηγή: Politis

Related Articles