Περισσότερο από τις ομάδες που περιορίζονται στο να εξαργυρώνουν απλώς την ανωτερότητά τους, οι φίλαθλοι αγαπούν εκείνες που αγωνίζονται με «ψυχή» και αφοσίωση, που ξεπερνούν τα όρια του εαυτού τους. Ο Γιάννης Αντετοκούνμπο, περήφανος γιος της προσπάθειας, ξέρει να εκτιμά τέτοιες επιτυχίες καλύτερα από τον καθένα. Η κατάκτηση του μεταλλίου στη Ρίγα ήταν και προσωπική του δικαίωση.
Το είπε ξεκάθαρα, με μάτια δακρυσμένα μπροστά στην κάμερα της FIBA: «Αυτό το μετάλλιο είναι ένα από τα σπουδαιότερα πράγματα που έχω πετύχει». Και το εννοεί. Ο Γιάννης έχει κατακτήσει τίτλους στο ΝΒΑ, έχει αναδειχθεί πολυτιμότερος παίκτης, έχει σαρώσει ατομικά βραβεία και η φήμη του φτάνει σε όλο τον κόσμο. Γιατί λοιπόν η χαρά και η συγκίνηση για ένα χάλκινο μετάλλιο στο Ευρωμπάσκετ;
Επειδή αυτό το μετάλλιο δεν ήρθε ως αυτονόητη επιτυχία, αλλά ως αποτέλεσμα αξιοθαύμαστης υπέρβασης, στην οποία πρωταγωνίστησε ο ίδιος. Το κέρδισε με μια ομάδα χωρίς πολυτέλειες, ΟΜΑΔΑ με κεφαλαία, που ξεπέρασε ελλείψεις, αδυναμίες και δυσκολίες, ανέβηκε «βουνά» και κατάφερε να ενθουσιάσει ακόμη και όσους πριν από λίγο καιρό προέβλεπαν την αποτυχία της.
Η Εθνική δεν ήταν η καλύτερη όλων των εποχών – ούτε καν κοντά. Αγωνίστηκε με σημαντικές απουσίες (Καλάθης, Γουόκαπ, Παπαγιάννης, Ρογκαβόπουλος), με παίκτες χωρίς εμπειρία σε Ευρωμπάσκετ ή με μέτρια σεζόν, με ελάχιστο χρόνο συμμετοχής στους συλλόγους τους, ή εκτός δράσης για μεγάλο χρονικό διάστημα. Αν εξαιρέσουμε τον Γιάννη και τους δύο 35χρονους βετεράνους (Σλούκας, Παπανικολάου), όλοι οι υπόλοιποι ήταν στοιχήματα που ο κόουτς Βασίλης Σπανούλης έβαλε… με τον εαυτό του. Και όμως πέτυχε εκεί όπου άλλες ελληνικές «ντριμ-τιμ» απέτυχαν παταγωδώς.
Η Εθνική, που δεν υποσχόταν τίποτα, νίκησε τον «κακό δαίμονα» (Ισπανία), έσπασε την «κατάρα» της οκτάδας, και είδε Σέρβους, Γάλλους, Ισπανούς, Ιταλούς και Σλοβένους να αποχωρούν νωρίς, φτάνοντας σε μετάλλιο μετά από 16 χρόνια αναμονής. Δεν παραδόθηκε ούτε μετά τη βαριά ήττα από την Τουρκία, την πιο σοβαρή ήττα της Ελλάδας τα τελευταία 32 χρόνια.
Από το 1993 έως το 1998, η Ελλάδα έπαιξε πέντε φορές στον μικρό τελικό, βυθιζόμενη στην πίκρα των ηττών. Περισσότερο από τις ομάδες που περιορίζονται στην ανωτερότητά τους, οι φίλαθλοι αγαπούν εκείνες που παλεύουν με «ψυχή» και αφοσίωση. Η Εθνική έγραψε μια μικρή μπασκετική εποποιία, κάνοντας τον κόσμο να την ερωτευθεί ξανά.
Έλληνες από όλο τον κόσμο άφησαν οικογένειες και δουλειές για να στηρίξουν την ομάδα. Θέατρα έκλεισαν, συναυλίες αναβλήθηκαν, events άλλαξαν ώρα. Ολοι παρακολούθησαν μπροστά σε οθόνες ή γιγαντοοθόνες. Ο «Greek Freak» έκλαψε από χαρά, γιατί το μετάλλιο ήταν και προσωπική του δικαίωση. Το κυνηγούσε από το 2013, απουσίασε μόνο το 2017 λόγω τραυματισμού και το 2023 λόγω χειρουργικής επέμβασης στο γόνατο.
Ακόμη και ως παγκόσμια mega-star, θυσίαζε τα καλοκαίρια του και έβαζε σε κίνδυνο το κορμί του για να παίξει με τους φίλους του στην Εθνική, για να προσφέρει χαρά σε όλους τους Έλληνες. Επιτέλους τα κατάφερε.
Αραγε, πώς νιώθουν σήμερα όσοι τον κακολόγησαν επειδή άργησε στην προετοιμασία ή γιατί προφυλάχθηκε σε δύο ματς της πρώτης φάσης; Χωρίς τον Αντετοκούνμπο, η τύχη της Εθνικής θα ήταν διαφορετική. Αν υπήρχε Οσκαρ γι’ αυτό το μετάλλιο, ο Γιάννης θα το μοιραζόταν με τον κόουτς Σπανούλη. Ο «V-Span» αξιοποίησε το υπερόπλο που είχε στη διάθεσή του, επέλεξε τους πιο συμβατούς με τον Γιάννη παίκτες και μοίρασε μαεστρικά τους ρόλους, κρατώντας τους συγκεντρωμένους στον στόχο.
Το μετάλλιο στο Ευρωμπάσκετ είναι το μεγαλύτερο επίτευγμα του Σπανούλη στα τρία χρόνια της προπονητικής του καριέρας. Γύρω από αυτό θα χτιστεί η Εθνική του μέλλοντος, που θα αγωνίζεται σε υψηλού επιπέδου διοργανώσεις. Η Τουρκία έχει χαμηλό μέσο όρο ηλικίας, η Γερμανία έχει γίνει υπερδύναμη και χώρες όπως η Φινλανδία έχουν εξελιχθεί σημαντικά.
Καθώς ο ανταγωνισμός αυξάνεται, ο ήλιος του Γιάννη πλησιάζει τη δύση του. Όταν έρθει η μέρα που δεν θα φοράει τη γαλανόλευκη φανέλα, ακόμη και οι επικριτές θα αναγνωρίσουν τι πρόσφερε στο ελληνικό μπάσκετ: το μεγαλύτερο δώρο μετά τον Νίκο Γκάλη.
Πηγή: Protagon.gr